Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τρίτη 28 Μαΐου 2013

ΑΚΟΥΣΤΕ ΜΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ:
Το όνομα μου είναι δέντρο και έχω κάτι επείγον να σας πω:

Πριν από χρόνια πολλά, αμέτρητα χρόνια, ξεκίνησα την ζωή μου  μέσα από ένα  τόσο δα σπόρο μικρό χωμένο μέσα στη μήτρα του βουνού που βρίσκεται κάτω από τον ήλιο της Χαλκιδικής και που εσείς το λέτε Κάκαβο.
Εγώ το λέω Μητέρα.
Με το φως του ήλιου αναπνέω αυτό που είναι δηλητήριο για σας και τη νύχτα το μετουσιώνω σ’ οξυγόνο, σ’ αυτό  που είναι η ζωή για σας. Ψηλώνω  χιλιοστό με χιλιοστό και με τα χρόνια τα μάτια μου έχουν δει πολλά, όμορφα και άσχημα,  την οργή και καλοσύνη των ανθρώπων και τ’ ουρανού: Και όμως εγώ είμαι ακόμα εδώ, επιμένω να υπάρχω, να μεγαλώνω και να ωριμάζω, επιμένω  να ξεχνώ, να συγχωρώ και να προσφέρω και το μόνο που ζητώ άνθρωποι από εσάς, είναι να μ’ αφήσετε να ζήσω, αυτό είναι το μόνο που ζητώ…
Όμως τελευταία ανησυχώ…
Μαθαίνω ότι κάποιοι  φονεύουν τους συντρόφους μου,  ακούω τις σιωπηλές κραυγές τους, ακούω τον  γδούπο του θανάτου τους καθώς πέφτουνe στο χώμα και ομολογώ: Φοβάμαι.
Και φωνή ανθρώπινη δεν έχω να  φωνάξω…

Φωνή μου είναι
 το λυπημένο θρόισμα της φυλλωσιάς μου, ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΚΟΥΤΕ;
Φωνή μου είναι
 το μελαγχολικό κελάρυσμα του νερού που κυλάει ανάμεσα μας, ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΚΟΥΤΕ;
Φωνή μου είναι
 η σιωπή του αηδονιού που έπαψε να  κελαηδά, το παράπονο που ψιθυρίζουν μέσα στη νύχτα οι γρύλοι και τριζόνια, ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΚΟΥΤΕ;

Φωνές μας είναι
το φοβισμένο  κάλεσμα του ζαρκαδιού, το θυμωμένο μουγκρητό του αγριογούρουνου, το ξαφνιασμένο πετάρισμα της πεταλούδας, το τρομαγμένο βουητό της μέλισσας, ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΚΟΥΤΕ;

Μας λένε οξιές,  πλατάνια, δρύες και  καστανιές,  ζούμε περήφανα πάνω στο Κάκαβο και κάποιοι ξενόφερτοι εδώ πάνω  κλέβουν τώρα την ζωή μας  και όμως αυτή είναι ή άλλη όψη της δικιάς σας ζωής, και όμως φοβόμαστε πως το τσακισμένο λύγισμα του κορμιού μας θα γίνει το πληγωμένο μέλλον των παιδιών μας, το δάκρυ που στάζει από τα φύλλα μας θα γίνει το κλάμα των γενεών που έρχονται.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΒΟΗΘΕΙΑ,
μόνο αυτό μας μένει να φωνάξουμε, άλλο τρόπο εμείς δεν έχουμε  ν’ αντισταθούμε
Βοηθείστε μας παρακαλούμε…  
ΕΛΛΗΝΕΣ ΒΟΗΘΕΙΑ, ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΚΟΥΤΕ;

I.K.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)