Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Δαμιανού Βασιλειάδη- Εθνική επιβίωση και οικονομία

Εθνική επιβίωση και οικονομία
του Δαμιανού Βασιλειάδη, εκπαιδευτικού, συγγραφέα
                                                                                                                Αθήνα, 18.2.2014
Μόνο δύο πράγματα είναι άπειρα: το σύμπαν και η ανθρώπινη βλακεία, και ως προς
το σύμπαν διατηρώ κάποιες αμφιβολίες
                                                                                                        Άλμπερτ Αϊνστάιν

Την Ελλάδα θα την βομβάρδιζαν οι «άσπονδοι φίλοι και σύμμαχοί μας» και οι γείτονές μας θα μας άρπαζαν ό,τι μπορούσαν, όπως έκαναν με την πρώην Γιουγκοσλαβία, αν δεν ήμασταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, όσο παράξενο, παράδοξο και «άλογο» κι αν φαίνεται αυτό.
Όμως αφού δεν μπορούσαν να το κάνουν για τους ανωτέρω λόγους και για άλλους πιθανόν, που δεν γνωρίζουμε, επέλεξαν ένα πιο καταστρεπτικό μέσο από τα όπλα: Την οικονομία. Μέσω οικονομικών όρων προσπαθούν όχι μόνον να μας κάνουν υποτελείς ραγιάδες, αλλά να μας διαλύσουν και, ει δυνατόν και όχι απίθανον, να μας αφανίσουν ως έθνος και λαός, γιατί μας «έφαγε» η απληστία, όπως έλεγε και ο ανώνυμος Έλλην. Υπερβολή; Καθόλου. Τα σημάδια είναι ορατά, όχι μόνο δια γυμνού οφθαλμού, όπως λέγεται, αλλά δια μέσω άμεσων βιωμάτων: (υπογεννητικότητα, φυγή της νεολαίας, ανεργία, αρπαγή του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου. κ.λπ).
Ήδη κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο τους εν μέρει και τον προωθούν μεθοδικά και σταδιακά περεταίρω. Πώς; Απλούστατα. Όλοι στην Ελλάδα ασχολούνται πια με την οικονομία και μόνο. Τα εθνικά θέματα μένουν στο περιθώριο και πάρα πέρα!
Οι ξένοι κατάλαβαν που είμαστε ευάλωτοι. Το ομολόγησε εξάλλου και ο Ανδρέας Παπανδρέου: Οι Έλληνες ενδιαφέρονται μόνο για την κατανάλωση, είπε και το εφάρμοσε πρώτος! Ο λεγόμενοι δεξιοί, για να μιλήσουμε με συμβατικούς όρους ( οι έννοιες έχουν χάσει το νόημά τους), ξεπουλούν τον τόπο, ενώ οι αριστεροί προσπαθούν να τον επαναφέρουν  στην προτεραία κατάσταση. Στην κατάσταση που έχουμε ήδη βιώσει, δηλαδή στο παρασιτικό καταναλωτικό μοντέλο που μας έφερε εδώ που μας έφερε. Με μία διαφορά. Τώρα δεν υπάρχουν λεφτά. Δεν υπάρχει ο πακτωλός των χρημάτων που δανείζονταν οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης για να τα σκορπούν στο δρόμο, καταστρέφοντας συνειδητά ή ασυνείδητα την Ελλάδα, ξεπουλώντας την στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Σχεδόν όλοι οι Έλληνες επικεντρώνονται στην οικονομία, όπως ακριβώς επιδιώκουν όλοι εκείνοι που θέλουν την καταστροφή μας, παραγνωρίζοντας ότι δεν είναι η οικονομία η αιτία που μας οδήγησε στον γκρεμό, αλλά η πολιτική και η διαφθορά που εφάρμοσαν οι πολιτικοί και η πολιτική, για να μας κάνει δούλους, υποτακτικά της κατανάλωσης, ανίκανους να αντιδράσουμε στα αίτια.
Τα εθνικά θέματα (βλ. Κύπρος κ.λπ) μπήκαν στο περιθώριο. Το μόνο που αποτελεί αντιπαράθεση είναι η οικονομία. Όλα τα θέματα που μας περιβάλλουν αγνοούνται.
Όμως, αν η Ελλάδα χάσει την εθνική της ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα, είναι αδύνατο να κάνει κάποιος κοινωνικούς αγώνες, για να μην μιλήσουμε για ταξική πάλη, που μοιάζει για πολλούς ένας εξωκοσμικός όρος.
Η Αριστερά θα οδηγήσει την Ελλάδα σε εθνική καταστροφή, αν δεν συνδυάσει διαλεκτικά τα εθνικά θέματα με τα κοινωνικά. Κοινωνικοί αγώνες δεν γίνονται σε ένα ακρωτηριασμένο ή διαλυμένο έθνος - κράτος, όπως επιδιώκουν τα εξωθεσμικά κέντρα εντός και εκτός Ελλάδας. Αυτή είναι η αλήθεια.
Ο αγώνας είναι πρωταρχικά εθνικοαπελευθερωτικός και μετά όλα τα άλλα.
Αν δεν το καταλάβουμε αυτό οδεύουμε στον πλήρη αφανισμό.

Αν είναι να σωθεί η Ελλάδα, θα σωθεί μόνο από πατριώτες!         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)